Ανάρτηση Δασικών Χαρτών – Τι πρέπει να κάνει ο Πολίτης​

Αρχική / Νέα / Ανάρτηση Δασικών Χαρτών – Τι πρέπει να κάνει ο Πολίτης​

Οι Δασικοί Χάρτες είναι στην ουσία ο διαχωρισμός των Δασών και των Δασικών εκτάσεων από τις υπόλοιπες εκτάσεις και αποτελεί το αποτελεσματικότερο εργαλείο που διαθέτουμε όχι μόνο για την ανάδειξη, την προστασία, την μελλοντική διαχείριση των δασικών και χορτολιβαδικών εκτάσεων της χώρας μας αλλά και του σωστού πολεοδομικού σχεδιασμού και συνολικά των “χρήσεων γης”.

Εάν σήμερα θέλουμε ως κοινωνία να οργανώσουμε σωστά και συγκροτημένα την προστασία του Περιβάλλοντος θα πρέπει να έχουμε δεδομένους τους Δασικούς Χάρτες και να στηριχθούμε σ’ αυτούς.

Η πρώτη συστηματική προσπάθεια για την καταγραφή των δασών και των δασικών εκτάσεων της χώρας έγινε με τους “Κτηματικούς Χάρτες” τους οποίους συνέτασσαν τα συνεργεία κτηματογράφησης που ιδρύθηκαν στο πλαίσιο του Νόμου 248/76 (την περίοδο 1977-1985).

Η προσπάθεια αυτή δεν ολοκληρώθηκε ποτέ και όσοι χάρτες έγιναν περιλαμβάνουν και πάρα πολλά λάθη και θα πρέπει σήμερα να θεωρούνται παρωχημένοι. Οι χάρτες αυτοί δεν έγιναν με τη βοήθεια των ηλεκτρονικών μέσων που σήμερα διαθέτουμε, συντάχθηκαν με βάση και παλαιότερα αμφισβητούμενα στοιχεία αεροφωτογράφισης πριν το 1945 που δεν παρέχουν καμία ακρίβεια. Το κυριότερο, πραγματοποιήθηκαν με παλιότερο και μη ισχύον σήμερα Νομικό πλαίσιο.

Ακόμα και αν σε μια περιοχή μελέτης υπάρχουν και προγενέστερες αεροφωτογραφίες, αυτές επειδή είναι αδύνατον να εφαρμοστούν για τεχνικούς λόγους (έχουν χαθεί τα στοιχεία μηχανής και κλίμακας και δεν μπορεί να παραχθεί Ορθοφωτοχάρτης) αλλά και συνήθως λόγω της κακής ποιότητάς τους, με βάση το άρθρο 27 παρ. 1 του Ν. 2664/98 αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 13 του Ν. 3889/2010 δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν.

Με την σύγχρονη τους μορφή οι Δασικοί Χάρτες θεσμοθετήθηκαν για πρώτη φορά με το Νόμο 2664/98 του Εθνικού Κτηματολογίου. Μεταξύ όλων των άλλων, με τον ίδιο Νόμο ιδρύονται παράλληλα τα αρμόδια Τμήματα Δασικών Χαρτογραφήσεων (στις Διευθύνσεις Δασών των Νομών και των Περιφερειών) και καθορίζονται οι διαδικασίες σύνταξης, ελέγχου, ανάρτησης και κύρωσης των Δασικών χαρτών.

Τον Ιούλιο του 1999 δημοσιεύτηκαν οι πρώτες ολοκληρωμένες τεχνικές προδιαγραφές σύνταξής τους και το 2007 η ΚΥΑ 97414/754, ενώ τον Ιούλιο του 2000 δημοσιεύθηκε το Προεδρικό Διάταγμα 187 για τη διάρθρωση και τις αρμοδιότητες των Τμημάτων Δασικών Χαρτογραφήσεων.

Στην πραγματικότητα, οι Δασικοί Χάρτες ξεκίνησαν στη χώρα μας συστηματικά το 1999, χρηματοδοτήθηκαν από το πρόγραμμα του Εθνικού Κτηματολογίου, και μέχρι σήμερα τουλάχιστον, συντάχθηκαν αποκλειστικά και μόνον για τους ΟΤΑ που είχαν συμπεριληφθεί στα επιμέρους προγράμματα κτηματογράφησης (Α’ πιλοτικό, Β’ πιλοτικό και 1ο κύριο πρόγραμμα κτηματογράφησης). Μέχρι τον τον Απρίλιο του 2010 ετοιμάστηκαν και παραδόθηκαν και οι Δασικοί Χάρτες σχεδόν όλης της Αττικής. 

Τους χάρτες αυτούς συνέταξαν ειδικά Δασοτεχνικά Γραφεία Μελετών (μεταξύ των οποίων και το δικό μας) και ελέγχθηκαν από τις Δασικές Υπηρεσίες

Διευκρινήσεις επί τεχνικών θεμάτων.

Πάνω στους Δασικούς Χάρτες αποτυπώνονται τα όρια των δασικών και χορτολιβαδικών εκτάσεων (έτσι όπως αυτά εμφανίζονται, τόσο στις παλαιότερες διαθέσιμες αεροφωτογραφίες – 1945 ή 1960 όσο και στην πρόσφατη λήψη αεροφωτογραφιών), τα πάρκα και τα άλση που βρίσκονται εντός των σχεδίων πόλεων, καθώς και όλες οι τελεσίδικες διοικητικές πράξεις που έχουν εκδοθεί για κάθε εξεταζόμενη περιοχή από τη Δασική Υπηρεσία με την προϋπόθεση ότι υπερβαίνουν σε έκταση τα 700 τ.μ.(Εγκύκλιος διαταγή του ΥΠΕΚΑ : «Οδηγίες εφαρμογής των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 3 νόμου 998/1979, όπως ισχύει 204262/4545/23-11-2010, παρ.2.1)

Οι χάρτες αυτοί παράγονται σε ηλεκτρονική και έντυπη μορφή και από τη στιγμή που ένας μελετητής ολοκληρώσει την πρώτη φάση της εργασίας του, παραδίδει αυτά τα υλικά στα κατά τόπους αρμόδια Τμήματα της Δασικής Υπηρεσίας (Τμήματα Δασικών Χαρτογραφήσεων), τα οποία και ελέγχουν την ακρίβεια με την οποία αποτυπώθηκαν οι επιμέρους οριογραμμές.

Έτσι ξεκινά μια διαδικασία ελέγχου, παρατηρήσεων και διορθώσεων, η οποία ολοκληρώνεται με την τελική έγκριση των οριογραμμών από τη Δασική Υπηρεσία, οπότε και μιλάμε πλέον για “θεωρημένους” Δασικούς Χάρτες.

Από εκεί και πέρα, τα κατά τόπους Τμήματα Δασικών Χαρτογραφήσεων ή ο ανάδοχος μελετητής του Δασικού χάρτη, θα πρέπει να “αναρτήσουν” αυτούς τους θεωρημένους Δασικούς Χάρτες εκτός των άλλων και κατά τόπους σε όλα τα Δημοτικά Καταστήματα των Δήμων περιοχής των χαρτών, έτσι ώστε όλοι οι πολίτες να υποβάλλουν τις τυχόν αντιρρήσεις τους.

Ο κάθε ιδιοκτήτης θα έχει δικαίωμα ένστασης στους χαρακτηρισμούς αυτούς αν νομίζει ότι αδικήθηκε ή έγινε κάποια τεχνική αστοχία στον Χαρακτηρισμό της έκτασής του (εντός 60 ημερών από την ανάρτηση για τους κατοίκους ασωτερικού και 80 ημέρες για τους κατοίκους αξωτερικού).

Οι ενστάσεις αυτές θα δικαστούν μέσω ενδικοφανούς διαδικασίας από ειδική επιτροπή στα πλαίσια του Εθνικού Κτηματολογίου. Η επιτροπή αυτή αποτελείται από έναν Δασολόγο (ως Πρόεδρο), έναν ακόμα Δασολόγο ή Γεωπόνο και έναν Δικηγόρο ορισμένο από τον Δικηγορικό Σύλλογο του Τοπικού Δικηγορικού Συλλόγου.

Μετά την εκδίκαση αυτών των αντιρρήσεων από την παραπάνω τριμελή επιτροπή, οι χάρτες διορθώνονται εκεί όπου αποφασίστηκε ότι πρέπει να αλλάξουν και έτσι φτάνουμε στο τελικό και οριστικό προϊόν ολόκληρης της διαδικασίας, το οποίο ονομάζεται “οριστικός” ή “κυρωμένος” Δασικός Χάρτης.

Ο κάθε Ιδιοκτήτης δεν θα έχει δικαίωμα ένστασης και σε δεύτερο βαθμό από δευτεροβάθμια Επιτροπή. Θα μπορεί μόνο να προσφήγει στο Διοικητικό Εφετείο.

Τι είναι το Δασολόγιο

Το Δασολόγιο είναι ένα σύστημα καταγραφής και επεξεργασίας πληροφοριών, το οποίο ουσιαστικά είναι δομημένο και έχει ως βάση τους κυρωμένους Δασικούς Χάρτες.

Στο Δασολόγιο τα δάση και οι δασικές εκτάσεις που εμφανίζονται στους κυρωμένους Δασικούς Χάρτες χωρίζονται σε επιμέρους γεωγραφικές ενότητες (“μερίδες”), για την καθεμία από τις οποίες καταχωρούμε μια σειρά από χρήσιμα διαχειριστικά δεδομένα (π.χ. απαντώμενα δασοπονικά είδη, είδος δάσους, πυκνότητα βλάστησης, ιδιοκτησιακό καθεστώς κλπ).

Σχέση Δασικών Χαρτών – Κτηματολογίου – Δασολογίου

Από όσα αναφέρθηκαν προηγούμενα, η σχέση μεταξύ των Δασικών Χαρτών και του Δασολογίου θεωρούμε ότι είναι σαφής.

Για να γίνει το Δασολόγιο μιας περιοχής, θα πρέπει πρώτα να συνταχθούν και να κυρωθούν οι Δασικοί Χάρτες της συγκεκριμένης περιοχής.

Μόλις γίνει αυτό θα ξέρουμε πιο κομμάτι γης ανήκει σε ποιον και πως το απέκτησε. Οπότε θα προκύψει με σαφήνεια και η Δημόσια περιουσία και επομένως όσα φαινόμενα καταπατήσεων αντιμετωπίσαμε ως Κοινωνία στο παρελθόν θα αποσαφηνιστούν όλα και θα είναι πλέον κυριολεκτικά το ίδιο το «παρελθόν» μια και δεν θα μπορούν να επαναληφθούν πλέον.

Και φυσικά χωρίς την εκ των υστέρων «δικαίωση των καταπατητών».

Για να δοθεί μια πληρέστερη εικόνα της σχέσης των Δασικών Χαρτών και του Εθνικού Κτηματολογίου, θα πρέπει να διευκρινιστούν τρία κυρίως πράγματα:

1. Όταν σχεδιάστηκε το έργο του Εθνικού Κτηματολογίου με τη σημερινή του μορφή, εντάχθηκε και χρηματοδοτήθηκε από το Υποπρόγραμμα “Περιβάλλον” του Β’ ΚΠΣ στη λογική ότι ήταν το καλύτερο μέσο για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και ιδιαίτερα των περιβαλλοντικά ευαίσθητων και προστατευόμενων περιοχών.

Παρόλα αυτά, σε κανένα σημείο του εγκεκριμένου από την τότε ΕΟΚ έργου δεν υπήρχε η οποιαδήποτε αναφορά στους Δασικούς Χάρτες.

Όπως επίσης δεν υπήρχε (κατ’ αρχήν) καμία αναφορά ή υποχρέωση των αναδόχων μελετητών για τη σύνταξη Δασικών χαρτών στα δύο πρώτα πιλοτικά προγράμματα κτηματογράφησης (Α’ και Β’ πιλοτικό πρόγραμμα).

Στην ουσία, το Εθνικό Κτηματολόγιο ενσωμάτωσε και χρηματοδότησε τις διαδικασίες σύνταξης των Δασικών Χαρτών μετά το 1998 και μετά από την κάμψη της κατ΄ αρχήν λυσσαλέας αντίδρασης του ΤΕΕ.

2. Το Εθνικό Κτηματολόγιο καταγράφει και αποτυπώνει ιδιοκτησίες (“εμπράγματα δικαιώματα”).

Μάλιστα, σύμφωνα με τον βασικό Νόμο της κτηματογράφησης, η δήλωση της ιδιοκτησίας του Ελληνικού Δημοσίου στο πλαίσιο μιας μελέτης κτηματογράφησης, δεν είναι υποχρεωτική. Οι Δασικοί Χάρτες δεν αποτυπώνουν κατ’ αρχή ιδιοκτησίες, αλλά τη μορφή και τον χαρακτήρα των επιμέρους εκτάσεων.

3. Με βάση λοιπόν το “μαχητό τεκμήριο κυριότητας υπέρ του δημοσίου” (όπου αυτό ισχύει), το Ελληνικό Δημόσιο (και πιο συγκεκριμένα, η Δασική Υπηρεσία), “χρησιμοποιεί” τους Δασικούς Χάρτες για να δηλώσει ταυτόχρονα και την περιουσία του στο πλαίσιο μια μελέτης κτηματογράφησης.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο πρώτος ή ο αποκλειστικός λόγος σύνταξης ενός Δασικού Χάρτη είναι η δήλωση ιδιοκτησίας του Ελληνικού Δημοσίου στο πλαίσιο μιας μελέτης κτηματογράφησης.

Αντίθετα ως πρώτος στόχος είναι : Η καταγραφή των δασών και των δασικών εκτάσεων. Στην συνέχεια οι Εκτάσεις αυτές δεν αλλάζουν χρήση.

Όπως αναφέρθηκε και προηγούμενα, οι Δασικοί Χάρτες ξεκίνησαν ουσιαστικά στη χώρα μας το 1999, και μέχρι σήμερα χρηματοδοτήθηκαν αποκλειστικά και μόνον από το πρόγραμμα του Εθνικού Κτηματολογίου.

Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι Δασικοί Χάρτες μπορούν να συνταχθούν μόνον στις περιοχές που κτηματογραφούνται στο πλαίσιο των μελετών κτηματογράφησης. Μπορούν και μάλιστα είναι καλύτερο να προηγούνται των μελετών κτηματογράφησης. Πάντως η χρηματοδότηση της σύνταξης των Δασικών χαρτών είναι αποκλειστική ευθύνη της ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε. ή των Δασικών Υπηρεσιών και φυσικά πάντα του ΥΠΕΚΑ.

Από την εμπειρία από τη μέχρι σήμερα σύνταξη των Δασικών Χαρτών στα χρόνια που πέρασαν από το 1999 μέχρι σήμερα καταλήγουμε ότι έγιναν σημαντικά βήματα σε σχέση με τη σύνταξη των Δασικών χαρτών.

Στο πλαίσιο λοιπόν των περιορισμών του χώρου μας, τα δύο σημαντικότερα ίσως στοιχεία που αξίζει να αναφερθούν ως εμπειρία από τη μέχρι τώρα σύνταξη των Δασικών Χαρτών, είναι τα εξής:

  • Η σύνταξη των Δασικών Χαρτών μιας περιοχής που τίθεται υπό κτηματογράφηση, θα πρέπει να προηγείται της σύνταξης των μελετών κτηματογράφησης του Εθνικού Κτηματολογίου. Αυτό είναι κάτι που είχε επισημανθεί από την αρχή από το ΓΕΩΤ.Ε.Ε εδώ και πολλά χρόνια και η εμπειρία έχει αποδείξει ότι αν ακολουθούσαμε αυτή την σειρά (δηλαδή, πρώτα οι Δασικοί Χάρτες και μετά οι μελέτες κτηματογράφησης), θα είχαμε καλύτερη εικόνα για το τι είναι Δάσος και τι δεν είναι επομένως θα είχαμε και αποτελεσματικότερη υπεράσπιση της περιουσίας του Δημοσίου, πολύ λιγότερα τεχνικά προβλήματα, σημαντική μείωση του κόστους, τόσο της σύνταξης των Δασικών Χαρτών, όσο και της σύνταξης των κυρίων μελετών κτηματογράφησης και βέβαια «λύτρωση» των πολιτών από διαδικασίες που θα είναι υποχρεωμένοι να προσφύγουν στην συνέχεια.

Ωστόσο το ότι γίνονται οι Δασικοί χάρτες έστω και με άλλη σειρά σε σχέση με την Κτηματογράφηση, είναι σημαντικό.

  • Κάτι που συνήθως παραγνωρίζεται ή υποτιμάται, είναι το γεγονός ότι η σύνταξη των Δασικών Χαρτών, εκτός από τα πολλά και προφανή οφέλη, αποτέλεσε ταυτόχρονα και ένα «στοίχημα» για την συνολική αναβάθμιση της Δασικής Υπηρεσίας.

Τα Τμήματα Δασικών Χαρτογραφήσεων, αποτέλεσαν την αφορμή για τον μεγαλύτερο κύκλο προσλήψεων νέων Δασολόγων στην Υπηρεσία που έγινε τις τελευταίες δεκαετίες, και εξοπλίσθηκαν με μέσα και υλικά (ορθοφωτοχάρτες, Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών, plotters κλπ), που όχι μόνον δεν διέθεταν πριν οι Διευθύνσεις Δασών, αλλά που είναι πολύ αμφίβολο αν ποτέ τα έπαιρναν αν δεν υπήρχαν οι ανάγκες που δημιουργήθηκαν με τους Δασικούς Χάρτες.

Παρ’ όλα αυτά τα στελέχη των Τμημάτων Δασικών Χαρτογραφήσεων με ευθύνη κυρίως των Περιφερειαρχών (πριν του σχέδιου “Καλλικράτης” σύσημα)……μετατέθηκαν στην συνέχεια σε άλλα τμήματα και άλλες περιοχές και η Δασική υπηρεσία σήμερα δεν φαίνεται να μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του συνολικού έργου. Γι’ αυτό αναγκαστικά οι Χάρτες συντάσσονται από τα Ειδικά Δασοτεχνικά Γραφεία μελετών (Ελεύθεροι Επαγγελματίες) και στην συνέχεια να εγκρίνονται από τις Δασικές Υπηρεσίες με την ταυτόχρονη επιχειρούμενη αναδιοργάνωση της ίδιας της Δασικής Υπηρεσίας.

Όπως και να έχει πάντως, μπορούμε να πούμε ότι σε σύνολο έκτασης 132 περίπου εκατομμυρίων τετρ. χιλμ. της χώρας, μέχρι το 2009 είχαν συνταχθεί μελέτες κατάρτισης δασικών χαρτών για 322 περιοχές (ΟΤΑ προ Καποδίστρια), που έχουν ενταχθεί μέχρι σήμερα στο Εθνικό Κτηματολόγιο (παλαιά προγράμματα). Τα δάση, οι δασικές και χορτολιβαδικές εκτάσεις στις περιοχές αυτές ανέρχονται σε 3,6 εκατ. στρέμματα.

Με τις παραδοχές ότι δεν θα έχουμε δραματικές αλλαγές στις ισχύουσες τεχνικές προδιαγραφές και ότι οι αναθέσεις των μελετών θα γίνονται για μεγάλες γεωγραφικές ενότητες (σε επίπεδο Νομού π.χ ή τουλάχιστον έκτασης ενός Καλλικρατικού Δήμου), η εμπειρία από τη μέχρι σήμερα πορεία της σύνταξης των Δασικών Χαρτών οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το υπάρχον μελετητικό δυναμικό επαρκεί για να καλύψει το υπολειπόμενο σύνολο της χώρας σε ένα διάστημα 10-15 ετών. (Ωστόσο αν διατηρήσουμε τους ίδιους ρυθμούς υλοποίησης και ανάρτησης των δασικών χαρτών αυτοί θα είναι κυρωμένοι σε … 80 χρόνια!!!…)

Με την πρόσθετη παραδοχή ότι οι διοικητικές πράξεις της Δασικής Υπηρεσίας θα αποτυπωθούν ψηφιακά πάνω στους ορθοφωτοχάρτες από τα Τμήματα Δασικών Χαρτογραφήσεων, το συνολικό κόστος της σύνταξης των Δασικών Χαρτών για το υπόλοιπο της χώρας εκτιμάται στα 165 εκατ. ευρώ, ποσό που μπορεί να καλυφθεί ολόκληρο από το παλιό Ταμείο δασών που με βάση τον Ν. 3889/2010 ενσωματώθηκε στο “Πράσινο ταμείο”. Στο κόστος αυτό δεν συμπεριλαμβάνονται τα κόστη παραγωγής των φωτογραμμετρικών υποβάθρων (1945 και πρόσφατου), γιατί προβλέπεται να παραχθούν από άλλα προγράμματα.

Τι πρέπει να κάνει ο πολίτης

Σε διάστημα λίγων μηνών πρόκειται να αναρτηθούν οι Δασικοί χάρτες όλης σχεδόν της Αττικής αλλά και όλων των περιοχών που έχουν κτηματογραφηθεί με άλλα προγράμματα.

Η ανάρτηση θα γίνει σταδιακά ανά Δήμο και πλέον από τις αρμόδιες Διευθύνσεις δασών. Κατά την ανάρτηση του Δασικού Χάρτη μεγάλο μέρος από τις σημερινές ιδιοκτησίες θα περιγραφούν σε χαρακτηρισμένες Δασικές περιοχές, και οι ιδιοκτήτες δεν πρέπει «να πέσουν από τα σύννεφα».

Σε 105 ημέρες από την ανάρτηση θα πρέπει να υποβάλλουν Αντιρρήσεις κατά το Δασικού Χάρτη ή με άλλα λόγια να κάνουν ένσταση κατά του χαρακτηρισμού για το κτήμα τους, καλύτερα στα αρμόδια γραφεία της Δ/νσης Δασών.

Φυσικά για να έχει έννοια η ένστασή τους πρέπει να διαθέτουν φωτοερμηνεία του κτήματός τους με όλες τις διαθέσιμες αεροφωτογραφίες (από το 1945-σήμερα) και να υποστηρίξουν την ένστασή τους στην ειδική επιτροπή.

Δικαίωμα σύνταξης τέτοιων μελετών με βάση το άρθρο 10 παρ. ιστ του ΠΔ 344/2000 έχουν μόνο οι Δασολόγοι μελετητές που μπορούν να τους υποστηρίξουν και ουσιαστικά στις Επιτροπές αργότερα.

Αν χάσουν την υπόθεσή τους στην Επιτροπή έχουν δικαίωμα Δικαστικής συνδρομής.

ΠΡΟΣΟΧΗ όμως !!!. Αν η ιδιοκτησία τους παραμείνει «Δασική» (σχεδόν παντού) θα έχει ως συνέπεια και την ίδια την αμφισβήτηση και της ιδιοκτησίας η οποία θα ανήκει κατ’αρχήν στο …Δημόσιο.

ΕΝΤΥΠΟ ΑΝΤΙΡΡΗΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΔΑΣΙΚΟΥ ΧΑΡΤΗ